Μπορεί να το εκλάβετε ως ανωμαλία αλλά δεν υπάρχει τίποτα ωραιότερο από τα βουνά τον Αύγουστο και τα νησιά τον χειμώνα.
Θυμάμαι κάποτε μας έβαζαν θέμα στις εκθέσεις του σχολείου «Θάλασσα ή βουνό το καλοκαίρι;». Ανόητα διλήμματα για τους κατοίκους μιας χώρας που διαθέτει τα ωραιότερα κι απ΄ τα δύο.
Αρκεί κανείς να επισκεφτεί τα Ζαγοροχώρια, να κατασκηνώσει στον Ταύγετο, να βραχεί σε ποτάμι στην Πίνδο, να κολυμπήσει στην Άτοκο, να σεργιανίσει τη Σύμη, να πιεί καφέ στα χωριά της Τήνου, να μαζέψει μέντα και λεβάντες στον Παρνασσό, να κατηφορίσει στο Γαλαξίδι αφού δώσει χαιρετίσματα στους αρχαίους περνώντας από τους Δελφούς… Πόσα μεράκια είχε ο Θεός όταν έπλαθε αυτή τη χώρα!
Ο Αύγουστος ασχημαίνει τα νησιά. Οι καταστηματάρχες και οι κάτοικοι έχουν τη ματιά του χαρτοπαίκτη όταν λέει «τα ρέστα μου» και τα παίζει όλα για όλα. Έτσι όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα… Ένας μήνας πρέπει να καλύψει τα σπασμένα ενός χρόνου. Κι έτσι όλοι τρέχουν. Και γίνονται ανυπόμονοι, αγενείς, άρπαγοι…. Την προηγούμενη εβδομάδα ανεβήκαμε στην Αράχωβα. Η Αράχωβα τον Αυγούστου είναι η ωραιότερη του χρόνου. Με την πλατεία της, με τις καταπράσινες μουριές να σκιάζουν τα κουτσομπολιά και τους κάτοικους να περιστρέφουν τα κεφάλια σαν σε αγώνα τένις… Ποιος πέρασε «σακάτ», ποια πέρασε «σαπάν»… Ο Έλληνας στην πραγματική του αιώνια διάσταση. Να φιλοσοφεί, να αστειεύεται, να σχολιάζει, να κουμαντάρει το χρόνο του. Ένα τσιγάρο δρόμος οι αιώνες… Μια δρασκελιά η αρχαία αγορά από την πλατεία της Αράχωβας.
Τα προγράμματα στήνονται σε δευτερόλεπτα. Κέφι να υπάρχει. «Πάμε να ψήσουμε κοντοσούβλι στη Παλιοπαναγιά;» ή «Σήμερα έχει ξαστεριά. Είστε να σκαρφαλώσουμε στη Λιάκουρα να δούμε ανατολή;». Έτσι απλά και απρογραμμάτιστα. Και οι κουβέντες να παίρνουν τις τερατώδεις διαστάσεις του μικρόκοσμου. Ποια παντρεύτηκε, ποιος το' φαγε το κερατάκι του, αν θα πληγεί το χωριό από την οικονομική κρίση, τι γίνεται στη Ρωσία, τι μεταγραφές έκανε ο Παρνασσός και ξαφνικά διακοπή ολίγων λεπτών γιατί περνάει κορνάροντας μια νύφη με το γαμπρό ή σηκωνόμαστε όρθιοι να αποδώσουμε τιμές στον νεκρό που ρίχνει τον τελευταίο χαιρετισμό ανάσκελα «Τα χρόνια του να πάρουμε. 98 ο μπάρμπας!».
Η Αράχωβα του Αυγούστου... Η τσιριχτή φωνή μιας γειτόνισσας που συνομιλεί με την απέναντι «τι μαγειρέβς Κατίνα σήμερα;», ο ήχος των ξύλων που κόβουν για το χειμώνα, τα παιδιά που παίζουν μπάλα και ο γέρος που τους κυνηγάει με τη μαγκούρα, τα κοκόρια της κυρα Παναγιούλας, οι γριές που πηγαίνουν το απόγευμα ν΄ανάψουν τα καντήλια στο νεκροταφείο… Να κουσκουσέψουν πάνω σε τάφους, ν΄αναστενάξουν, να σκαρφαλώσουν στα ουράνια, να ξαναγυρίσουν… Και μετά να πιάσουν καρέκλα στα στενά. Μικρά «συμβούλια» που σταματάνε απότομα στην περπατησιά κάποιου ξένου… Και κοντοστέκονται και τον περνάνε από ακτινογραφία κι έχουν θέμα για το υπόλοιπο της μέρας…
Αράχωβα του Αυγούστου. Το βράδυ μας βρίσκει στο Tavola του Λουκά. Τι στενό! Με τα φωτεινά καπέλα να αιωρούνται… Ευφυέστατη ιδέα… Και τις μυρουδιές του σκόρδου να σπάνε μύτες… Και μουσική πάντα εξαιρετική και όλο να δοκιμάζουμε κάποια καινούργια συνταγή για να μπει στον κατάλογο του χειμώνα… Ή ανηφορίζουμε στη ταβέρνα της κυρα Παναγιώτας δίπλα στην εκκλησία του Αι Γιώργη και πίνουμε νερό από την πηγή. Κι άντε την άλλη μέρα κατασκήνωση στο βουνό… Μαγικοί οι ήχοι του βουνού την νύχτα… Και την παρ΄άλλη «ελάτε σπίτι για μπιρίμπα!»… (Μαγικοί οι τρόποι κλεψίματος της φουρνάρισσας στη μπιρίμπα).
Λένε ότι αληθινά πλούσιος είναι αυτός που δεν τον πνίγει ο χρόνος. Κι είναι τόσο ωραίος, φιλοσοφημένος και αιώνιος ο Έλληνας όταν τον συναντάς στα χαλαρά του… Αρκεί να πας λίγο ανάποδα στα κατεστημένα, στις εποχές, στις διαδρομές… Χαλαρά! Σαν αριστοκράτες της ιστορίας… Σαν λαός που έζησε κι άλλες «κρίσεις», ρε αδελφέ!
Θυμάμαι κάποτε μας έβαζαν θέμα στις εκθέσεις του σχολείου «Θάλασσα ή βουνό το καλοκαίρι;». Ανόητα διλήμματα για τους κατοίκους μιας χώρας που διαθέτει τα ωραιότερα κι απ΄ τα δύο.
Αρκεί κανείς να επισκεφτεί τα Ζαγοροχώρια, να κατασκηνώσει στον Ταύγετο, να βραχεί σε ποτάμι στην Πίνδο, να κολυμπήσει στην Άτοκο, να σεργιανίσει τη Σύμη, να πιεί καφέ στα χωριά της Τήνου, να μαζέψει μέντα και λεβάντες στον Παρνασσό, να κατηφορίσει στο Γαλαξίδι αφού δώσει χαιρετίσματα στους αρχαίους περνώντας από τους Δελφούς… Πόσα μεράκια είχε ο Θεός όταν έπλαθε αυτή τη χώρα!
Ο Αύγουστος ασχημαίνει τα νησιά. Οι καταστηματάρχες και οι κάτοικοι έχουν τη ματιά του χαρτοπαίκτη όταν λέει «τα ρέστα μου» και τα παίζει όλα για όλα. Έτσι όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα… Ένας μήνας πρέπει να καλύψει τα σπασμένα ενός χρόνου. Κι έτσι όλοι τρέχουν. Και γίνονται ανυπόμονοι, αγενείς, άρπαγοι…. Την προηγούμενη εβδομάδα ανεβήκαμε στην Αράχωβα. Η Αράχωβα τον Αυγούστου είναι η ωραιότερη του χρόνου. Με την πλατεία της, με τις καταπράσινες μουριές να σκιάζουν τα κουτσομπολιά και τους κάτοικους να περιστρέφουν τα κεφάλια σαν σε αγώνα τένις… Ποιος πέρασε «σακάτ», ποια πέρασε «σαπάν»… Ο Έλληνας στην πραγματική του αιώνια διάσταση. Να φιλοσοφεί, να αστειεύεται, να σχολιάζει, να κουμαντάρει το χρόνο του. Ένα τσιγάρο δρόμος οι αιώνες… Μια δρασκελιά η αρχαία αγορά από την πλατεία της Αράχωβας.
Τα προγράμματα στήνονται σε δευτερόλεπτα. Κέφι να υπάρχει. «Πάμε να ψήσουμε κοντοσούβλι στη Παλιοπαναγιά;» ή «Σήμερα έχει ξαστεριά. Είστε να σκαρφαλώσουμε στη Λιάκουρα να δούμε ανατολή;». Έτσι απλά και απρογραμμάτιστα. Και οι κουβέντες να παίρνουν τις τερατώδεις διαστάσεις του μικρόκοσμου. Ποια παντρεύτηκε, ποιος το' φαγε το κερατάκι του, αν θα πληγεί το χωριό από την οικονομική κρίση, τι γίνεται στη Ρωσία, τι μεταγραφές έκανε ο Παρνασσός και ξαφνικά διακοπή ολίγων λεπτών γιατί περνάει κορνάροντας μια νύφη με το γαμπρό ή σηκωνόμαστε όρθιοι να αποδώσουμε τιμές στον νεκρό που ρίχνει τον τελευταίο χαιρετισμό ανάσκελα «Τα χρόνια του να πάρουμε. 98 ο μπάρμπας!».
Η Αράχωβα του Αυγούστου... Η τσιριχτή φωνή μιας γειτόνισσας που συνομιλεί με την απέναντι «τι μαγειρέβς Κατίνα σήμερα;», ο ήχος των ξύλων που κόβουν για το χειμώνα, τα παιδιά που παίζουν μπάλα και ο γέρος που τους κυνηγάει με τη μαγκούρα, τα κοκόρια της κυρα Παναγιούλας, οι γριές που πηγαίνουν το απόγευμα ν΄ανάψουν τα καντήλια στο νεκροταφείο… Να κουσκουσέψουν πάνω σε τάφους, ν΄αναστενάξουν, να σκαρφαλώσουν στα ουράνια, να ξαναγυρίσουν… Και μετά να πιάσουν καρέκλα στα στενά. Μικρά «συμβούλια» που σταματάνε απότομα στην περπατησιά κάποιου ξένου… Και κοντοστέκονται και τον περνάνε από ακτινογραφία κι έχουν θέμα για το υπόλοιπο της μέρας…
Αράχωβα του Αυγούστου. Το βράδυ μας βρίσκει στο Tavola του Λουκά. Τι στενό! Με τα φωτεινά καπέλα να αιωρούνται… Ευφυέστατη ιδέα… Και τις μυρουδιές του σκόρδου να σπάνε μύτες… Και μουσική πάντα εξαιρετική και όλο να δοκιμάζουμε κάποια καινούργια συνταγή για να μπει στον κατάλογο του χειμώνα… Ή ανηφορίζουμε στη ταβέρνα της κυρα Παναγιώτας δίπλα στην εκκλησία του Αι Γιώργη και πίνουμε νερό από την πηγή. Κι άντε την άλλη μέρα κατασκήνωση στο βουνό… Μαγικοί οι ήχοι του βουνού την νύχτα… Και την παρ΄άλλη «ελάτε σπίτι για μπιρίμπα!»… (Μαγικοί οι τρόποι κλεψίματος της φουρνάρισσας στη μπιρίμπα).
Λένε ότι αληθινά πλούσιος είναι αυτός που δεν τον πνίγει ο χρόνος. Κι είναι τόσο ωραίος, φιλοσοφημένος και αιώνιος ο Έλληνας όταν τον συναντάς στα χαλαρά του… Αρκεί να πας λίγο ανάποδα στα κατεστημένα, στις εποχές, στις διαδρομές… Χαλαρά! Σαν αριστοκράτες της ιστορίας… Σαν λαός που έζησε κι άλλες «κρίσεις», ρε αδελφέ!
1 σχόλια:
ΜΠΡΑΒΟ ΡΕΑ!!!! ΑΞΙΑ ΕΛΛΗΝΙΔΑ ΚΑΙ ΑΡΑΧΩΒΙΤΙΣΣΑ!!!!
Δημοσίευση σχολίου