Συμπληρώνονται 2.490 χρόνια από τη μάχη των Θερμοπυλών, μια μάχη σύμβολο της ελευθερίας, της αυτοθυσίας και του φρονήματος των Ελλήνων. Μια μάχη που σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είναι επιτακτική η ανάγκη, να θυμόμαστε και να μας οδηγεί, ενάντια σε κάθε μορφή υποδούλωσης και εκφοβισμού, ενάντια σε κάθε μορφή προδοσίας.
Πολλοί -οι περισσότεροι- γνωρίζουν τη μάχη των Θερμοπυλών, λίγοι ωστόσο, όταν περνάνε από την περιοχή των Θερμοπυλών θα σταματήσουν στο μνημείο - Ανδριάντα του Λεωνίδα, να θυμηθούν και να προβληματιστούν. Γι' αυτό δεν φταίει μόνο ο... ανιστόρητος Έλληνας, που νοιάζεται μόνο για το μπανάκι και την καλοπέρασή του (οι εξαιρέσεις απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα), αλλά και η έλλειψη μιας σωστής προβολής και αξιοποίησης του αρχαιολογικού χώρου, και μιας σωστά σχεδιασμένης πολιτιστικής πολιτικής.
Και τη στιγμή που εμείς περνώντας... δίπλα από την περιοχή για κάποιον τουριστικό προορισμό αγνοούμε το μνημείο -και κυρίως τη σημασία του στο σύγχρονο κόσμο- κάποιοι άλλοι, δίνουν αξία ιερή σε μάχες σαν αυτή.
Πολλοί θα έχουν ακούσει την περίπτωση ενός Γερμανού δασκάλου παιδιών με ειδικές ανάγκες, που ξεκίνησε πριν λίγο καιρό από το γήπεδο του Πανεπιστημίου της Χαιδελβέργης για να πάει τρέχοντας μέχρι τον Μαραθώνα, από τη μάχη του οποίου συμπληρώνονται φέτος 2.500 χρόνια (490 π.Χ.).
Σκοπός του εγχειρήματός του είναι η απόδοση τιμής στους πεσόντες Έλληνες του Μαραθώνα που διέσωσαν τον δυτικό πολιτισμό από τον ασιατικό δεσποτισμό πριν 25 αιώνες. Πόσοι από μας θα πάμε στους αρχαιολογικούς χώρους του Μαραθώνα ή στις Θερμοπύλες για τον ίδιο λόγο;
Ας επανέλθω όμως στο θέμα. Η Μάχη των Θερμοπυλών του 480 π.Χ. είχε σαν αντίπαλους την συμμαχία Ελληνικών κρατών-πόλεων εναντίον του Περσικού στρατού που εισέβαλε στην Ελλάδα, και έγινε στο στενό πέρασμα των Θερμοπυλών. Εκεί μια μικρή δύναμη ανδρών κατάφερε να αντισταθεί σε υπεράριθμη Περσική δύναμη, για αρκετές ημέρες. Στο τέλος ένας κάτοικος της περιοχής, ο Εφιάλτης, οδήγησε μέσω ενός ορεινού μονοπατιού ένα μέρος της Περσικής δύναμης πίσω από την γραμμή των Ελλήνων, τη στιγμή που το μεγαλύτερο μέρος της Ελληνικής δύναμης είχε αποχωρήσει και το πέρασμα κρατούσαν ο βασιλιάς της Σπάρτης Λεωνίδας με 300 Σπαρτιάτες και 700 Θεσπιείς, που αρνήθηκαν να φύγουν αν και γνώριζαν ότι θα νικιόνταν. Η μικρή δύναμη νικήθηκε μετά από σκληρή μάχη, ωστόσο το γεγονός είχε σημαντικά αποτελέσματα στο ηθικό των μαχόμενων δυνάμεων, αρνητικά για τους στρατιώτες των Περσών και θετικά για τους Έλληνες.
Η μάχη έγινε σύμβολο κουράγιου και αυτοθυσίας, ένα θρυλικό γεγονός που προκαλεί έμπνευση για πολλούς μέχρι σήμερα (μεταξύ αυτών και σε μένα).
Ιστορικό
Το 490 π.Χ., ύστερα από την συντριβή των Περσών στο Μαραθώνα από τους Αθηναίους και τους συμμάχους τους, ο βασιλιάς Δαρείος άρχισε να μαζεύει στρατό για να υποδουλώσει την Αθήνα και ολόκληρη την Ελλάδα για εκδίκηση. Έτσι μάζευε τους καλύτερους άνδρες από όλες τις επαρχίες της Περσικής αυτοκρατορίας και τους εκπαίδευε ειδικά για την εκστρατεία αυτή. Παράλληλα, στη Σπάρτη, ο βασιλιάς Λεωνίδας εκπαίδευε τους άνδρες του για τον ίδιο ακριβώς λόγο: για να αντιμετωπίσουν μια ακόμα πιθανή επίθεση των Περσών στην Ελλαδα. Γι'αυτό τον λόγο κιόλας έκανε εκστρατείες για να μαζέψει συμμάχους για να προετοιμαστούν κι αυτοί για τον επικείμενο πόλεμο. Οι πόλεις αυτές προσχωρούσαν στην συμμαχία είτε με την θέληση τους είτε με την βία.
Η αναμονή αυτη και η ένταση κράτησε 10 χρόνια. Εν τω μεταξύ ο βασιλιάς Δαρείος πέθανε καί τον διαδέχτηκε ο γιός του Ξέρξης, ο οποίος συνέχισε την στρατολόγηση των ανδρών της αυτοκρατορίας με μεγαλύτερους ρυθμούς.
Περίπου το 484 π.Χ. ο βασιλιάς Ξέρξης ξεκινά απο την Μικρά Ασία για την κατάκτηση της Ελλάδας και την καταστροφή της Αθήνας.
Η Μάχη
Σ' ένα συμβούλιο που έκαναν οι Έλληνες στην Κόρινθο, αποφάσισαν να στείλουν μια μικρή ομάδα στις Θερμοπύλες για να αντιμετωπίσουν τους Πέρσες και να ανακόψουν την πορεία τους στα νότια, μέχρι να προετοιμαστούν καλύτερα για μεγάλη μάχη. Έτσι, το 480 π.Χ. ο συμμαχικός στρατός των 7.000 οπλιτών που οδηγούνταν απο 300 ομοίους Σπαρτιάτες αντιμετώπισαν τους Πέρσες στα στενά των Θερμοπυλών που την εποχή εκείνη είχε 12 μέτρα περίπου πλάτος.
Πιθανολογείται οτι οι Πέρσες αριθμούσαν μεταξύ 200.000 και 1.700.000 άνδρες.
Οι Σπαρτιάτες ήταν οι καλύτεροι μαχητές του αρχαίου κόσμου, και αυτό πήγαζε απο το γεγονός οτι απο μικρά παιδιά είχαν εκπαιδευτεί στην τέχνη του πολέμου και φυσικά είχαν λάβει μέρος και σε πάρα πολλές μαχες την περίοδο εκείνη. Η ανδρεία τους ήταν τέτοια που όταν κάποιος είπε πως είχε δεί τον περσικό στρατό και ότι οι τοξότες του έριχναν βέλη που έκρυβαν τον ήλιο, ένας γνωστός Σπαρτιάτης ονόματι Διηνέκης είπε λακωνικά: «Ωραία, τότε θα πολεμήσουμε υπο σκιά».
Ο βασιλιάς Ξέρξης ο οποίος είχε στήσει τον θρόνο του σε ένα ύψωμα, είχε στείλει έναν αντιπρόσωπο στον βασιλιά Λεωνίδα για να τους πει να παραδώσουν τα όπλα τους και να συνθηκολογήσει με την προσφορά πως, λόγω της εκτίμησης που είχε ο Ξέρξης στους Σπαρτιάτες, θα τους έκανε κυρίαρχους στην Ελλάδα ύστερα από την νίκη της Περσίας. Ο Λεωνίδας απάντησε με το γνωστό «μολών λαβέ» (έλα να τα πάρεις).
Λόγω της στενότητας του περάσματος, ο Ξέρξης δεν μπορούσε να στείλει όλο τον στρατό για να καταστρέψει τους Έλληνες αλλά μόνο 1.000 κάθε φορά. Η μάχη ήταν σφοδρότατη με πάρα πολλά θύματα από την μεριά των Περσών. Οι Πέρσες είχαν πάρα πολύ ελαφρύ οπλισμό, σχεδόν ανύπαρκτη πανοπλία και η ασπίδα τους ήταν σχεδόν ολόκληρη ψάθινη. Έτσι οι Έλληνες οι οποίοι είχαν πολύ βαρύ οπλισμό (μόνο τα μάτια τους φαινόντουσαν κάτω από τις σχισμές της περικεφαλαίας και το υπόλοιπο σώμα καλυπτόταν από θώρακα, κνημίδες, περιβραχιόνια και μια τεράστια ορειχάλκινη ασπίδα) ήταν συγκριτικά ανώτεροι απο τους αντιπάλους τους, αφού ακόμα κι αν το δόρυ τους (το οποίο ήταν μακρύτερο απο των αντιπάλων) έπεφτε πάνω σε περσική ασπίδα, την διαπερνούσε και χτύπαγε τον άνθρωπο που βρισκόταν από πίσω. Έτσι στο τέλος της πρώτης ημέρας οι Πέρσες είχαν χάσει 2.000 άντρες ενώ οι σύμμαχοι γύρω στους 100.
Βλέποντας αυτά ο Ξέρξης στην τελευταία μάχη της πρώτης ημέρας αποφάσισε να στείλει στην μάχη την προσωπική του φρουρά, τους «Αθάνατους», οι οποίοι ήταν...