Από τους Γνωστούς.Ο Μπάρμπα Κώστας, ήταν ένας ωραίος τύπος της Παλιάς Αράχωβας. Άνθρωπος καλόβολος και γλυκός. Με τα αστεία του, τις πλάκες του, τα τσίπουρα και τα κρασιά του, χαμογελαστός και καλόκαρδος... ήταν άνθρωπος της παρέας. Καλαμπουρτζής, καταδεκτικός, με αίσθηση του χιούμορ, με αυτοσαρκαστικό και σκωπτικό πνεύμα, θαμώνας των καπηλειών της εποχής, λάτρης του καλού κρασιού και του τσίπουρου, συμμέτοχος και αρωγός των ρεφενέ οργανωμένων ή αυθόρμητων συμποσίων. Ήταν με λίγα λόγια ένας κοινωνικός άνθρωπος, ένας άνθρωπος της αγοράς. Σίγουρα ένας αρχαίος Δειπνοσοφιστής, θα τον είχε μόνιμο προσκεκλημένο στις συναθροίσεις του.
Σήμα κατατεθέν του ήταν οι πιο κάτω στίχοι, που τους τραγουδούσε με διαφορετικό χαβά κάθε φορά, ανάλογα με την περίσταση:
Όμορφ’ κουκ’(ι)νουγούλου,
Πίνει κοκκινέλι,
Κάνει κολοτούμπες,
Κυλάει σα βαρέλι!!!
Ήταν γαμπρός της Αράχωβας και καταγόταν από τη Δαύλεια. Το σπίτι του βρισκόταν μετά τα σκαλοπάτια του Καραθανάση στην αγορά, στην ευθεία και στο στενό δίπλα στο σπίτι του Στάϊκου. Φανατικός Ολυμπιακός -παλαιός παίκτης του- και σταθερός φίλαθλος του Παρνασσού Αραχόβης, δεν έλειπε ποτέ από το γήπεδο.
Είναι αυτός που λανσάρισε τότε τη φράση - σύνθημα: «το κόρνερ είναι μ(ι)σό γκολ».Αυτός λοιπόν ο απλός άνθρωπος είχε ένα σοβαρό πρόβλημα... Φοβόταν τις εκλογές.Η μοναδική αιτία αυτού του φόβου του ήταν ένας πατριώτης του, που άκουγε στο όνομα... Μπαρμπάτσης, και ο οποίος είχε την αθεράπευτη πετριά να γίνει βουλευτής. Όνειρο που δεν το εκπλήρωσε ποτέ, αρκούμενος μόνο στην κατοχή του τίτλου του αιώνιου υποψήφιου πολιτευτή.
Ο... Μπαρμπάτσαρος - στον υπερθετικό βαθμό - με τ’ όνομα (προσωνύμιο που του... απονεμήθηκε στην Αράχωβα και έκτοτε τον ακολούθησε παντού, ως κύριο όνομα), ήταν συμπατριώτης του Μπάρμπα Κώστα, καταγόταν δηλαδή κι αυτός από τη Δαύλεια.
Στα μέσα της δεκαετίας του εξήντα ήταν μεσόκοπος, είχε οικονομική ευχέρεια (πλούσια... γυναίκα) και μεγάλο κόλλημα με την... Πολιτική. Πίστευε δηλαδή ότι έπρεπε να γίνει βουλευτής γιατί ήταν απαραίτητος στα πολιτικά δρώμενα της εποχής. Νόμιζε ότι η Πατρίδα είχε ανάγκη τις υπηρεσίες του, τις οποίες θεωρούσε εσχάτη προδοσία να τις της στερήσει.
Αφού λοιπόν προετοιμάστηκε κατάλληλα, γράφοντας τους λόγους του,
αποφάσισε να κατέβει στον πολιτικό στίβο, ως υποψήφιος βουλευτής Βοιωτίας, θεωρώντας ότι χωρίς αυτόν η πολιτική κονίστρα θα ήταν λειψή.
Από το σημείο αυτό και μετά άρχισαν τα βάσανα και ο Γολγοθάς του μπάρμπα Κώστα. Ο αγαπητός μας Μπαρμπάτσης τον ανακήρυξε, λόγω κοινής καταγωγής, αντιπρόσωπό του στη Αράχωβα.
Στην πρώτη του εκλογική αναμέτρηση, όλα πήγαν καλά. Τα κεράσματα: πορτοκαλάδες και γκαζόζες «Παρνασσός», τσίπουρα, καφέδες και καραφάκια ούζο, κατά την επίσκεψη του Μπαρμπάτση στην Αράχωβα για την προεκλογική του ομιλία, είχαν ουσιαστική παρουσία και εκπληκτική αύξηση σε όλα τα καφενεία του χωριού, με μοναδικό χορηγό τον πλούσιο -για την εποχή- πολιτευτή και δικαιωματικά ηθικό εισπράκτορα της χορηγίας, εκ μέρους των κατοίκων, τον μπάρμπα Κώστα.
Ένα ακόμα απρόσμενο στοιχείο της παρουσίας του Μπαρμπάτση στην Αράχωβα, ήταν η ξαφνική αλλά προσωρινή οικονομική ρευστότητα των γερόντων της εποχής, καθώς και η παρουσία της κορνιζαρισμένης φωτογραφίας του στις κάμαρες αυτών των γερόντων. Δεδομένου του γεγονότος ότι την εποχή εκείνη λόγω της οικονομικής στενότητας των μεγαλύτερων ηλικιών -ελλείψει συντάξεων- ευημερούσε η ευσταλής! ομάδα των «πεζλάδων», αυτών δηλαδή που μη έχοντας ικανά χρήματα για την προσωρινή ενοικίαση καρέκλας στα καφενεία, προτιμούσαν να κάθονται στα δωρεάν προσφερόμενα πεζούλια της αγοράς, γύρω από το περίπτερο της Μπαρκούτσενας.
Και πάλι ηθικός αυτουργός, της κατ’ ευφημισμόν δωροδοκίας, θεωρήθηκε ο μπάρμπα Κώστας για λογαριασμό του Μπαρμπάτση, ενώ η
μοναδική υποχρέωση των... δωροδοκηθέντων γερόντων ήταν...